- θειούχο νάτριο
- Ένωση του νατρίου με τύπο Na2S. Παρασκευάζεται με αναγωγή του θειικού νατρίου με άνθρακα. Βλ. λ. νάτριο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
νάτριο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Na. Ανήκει στην πρώτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, στην υποομάδα των αλκαλικών μετάλλων, έχει ατομικό αριθμό 11 και ένα σταθερό ισότοπο. Είναι πολύ διαδεδομένο στη φύση, ποτέ όμως σε ελεύθερη κατάσταση … Dictionary of Greek
σουλφίδιο — το, Ν συν. στον πληθ. τα σουλφίδια χημ. ονομασία ανόργανων και οργανικών ενώσεων τού θείου με άλλα στοιχεία, όπως είναι λ.χ. το θειούχο νάτριο ή οι θειαιθέρες. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. sulfide < sulf (βλ. λ. σουλφ[ο] ) + ide (πρβλ. κατάλ. ίδιο)] … Dictionary of Greek
θείο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο S (από το λατινικό sulphur). Ανήκει στην έκτη ομάδα του περιοδικού συστήματος και στην πρώτη υποομάδα, με ατομικό αριθμό 16, ατομική μάζα 32,06, ενώ έχει τρία σταθερά ισότοπα. Συναντάται στη φύση, είτε στη στοιχειακή… … Dictionary of Greek
δάκρυ — Υγρό διαφανές των δακρυϊκών αδένων, αντίδρασης αλκαλικής, το οποίο χρησιμεύει για την ύγρανση του βολβού του οφθαλμού και την απομάκρυνση ξένων σωμάτων. Το δ. περιέχει νερό και ανόργανες ουσίες, κυρίως χλωριούχο νάτριο και μαγνήσιο, θειούχο και… … Dictionary of Greek
ταντάλιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Ta. Ανήκει στην πέμπτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 73, ατομικό βάρος 180,95, ένα σταθερό ισότοπο και δύο ραδιενεργά. Στη φύση βρίσκεται σε διάφορα ορυκτά και συνοδεύεται, γενικά,… … Dictionary of Greek